Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2011

ΓΙΩΡΓΗΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ ΤΑ ΑΝΤΙΚΛΕΙΔΙΑ


υλικό για τη διδασκαλία
(από το "δυσεύρετο" βιβλίο του καθηγητή)



1. Αν ό,τι λέμε ποίηση δεν είναι μόνο και τόσο το άθροισμα των εκατομμυρίων ποιημάτων που γράφτηκαν πάνω στη γη, αλλά προπάντων ο ρυθμός που συνέχει τον μέσα και τον έξω κόσμο (το μοναχικό τραγούδι των Μουσών στο προοίμιο της Θεογονίας του Ησιόδου), τότε η τύχη του ποιήματος εξαρτάται από το κατά πόσον αναπολεί και ανακαλεί αυτόν τον κρυφό ρυθμό, που κάποτε γίνεται και ονειρικός εφιάλτης. Ας πούμε λοιπόν πως το κάθε ποίημα είναι ένα βέλος μοναχικό που σκοπεύει το ρυθμικό κέντρο του κόσμου και φαντάζεται πως είναι και μοναδικό, σημάδι και σύμβολο, εκείνης της κρυμμένης ποίησης. Αν καθ' οδόν πολλαπλασιάζεται, τούτο συμβαίνει γιατί ο ποιητής αισθάνεται πως η βολή κάπως και κάπου αστόχησε, και ξαναδοκιμάζει.
Το παράκανα ίσως με τις μεταφορές και τις παραβολές, προσπαθώντας να πω πως Τα Αντικλείδια του Παυλόπουλου πρέπει πρώτα να ακουστούν μόνα τους: ως δοκιμές για να οριστεί το άπιαστο είδωλο της ποίησης και το φάντασμα του ενός ποιήματος. Κι αυτή, νομίζω, είναι η πρώτη αρετή τους.

Δ.Ν. Μαρωνίτης, «Τα αντικλείδια της ποίησης», Διαλέξεις, Στιγμή, 1992, σ. 135-151



2. Τόσο στα Αντικλείδια όσο και στον Αίνο άμμο, λοιπόν, έχουμε να κάνουμε με ποιήματα ποιητικής, τα περισσότερα από τα οποία αποπνέουν την αίσθηση του ανικανοποίητου και του φευγαλέου, του χειροπιαστού -σώματος ή πράγματος- που όμως ξαφνικά εξαϋλώνεται και εξαφανίζεται, από κοντινό και οικείο γίνεται μακρινό και απρόσιτο, από φιλικό γίνεται απροσδόκητα άφιλο ή και εχθρικό ακόμη, κάποτε μάλιστα γίνεται επίβουλα εχθρικό, όπως συμβαίνει συνήθως με το εκάστοτε γραφόμενο -τη στιγμή που γράφεται- ποίημα.

Κώστας Παπαγεωργίου, «Ο ποιητής Γιώργης Παυλόπουλος», Γράμματα και Τέχνες, ό.π.,σ. 29-30.



3. Ας πάρουμε ως πρώτο παράδειγμα το ποίημα του «Τα Αντικλείδια» από την ομώνυμη συλλογή του. Ο Παυλόπουλος γράφει:
Πολλά έχουν γραφεί για αυτό το ποίημα. Αυτό όμως είναι εντελώς φυσικό, γιατί ένα ποίημα που έχει ως θέμα την υφή της ίδιας της ποίησης αναπόφευκτα θα τραβήξει το ενδιαφέρον των κριτικών και θεωρητικών της ποίησης. Αλλά το ποίημα δεν προσφέρει εύκολες απαντήσεις στα ερωτήματα για την φύση της ποίησης που απασχολούν και τον ίδιο τον ποιητή. Οι δυσκολίες γίνονται μεγαλύτερες καθ' όσον προσπαθούμε να διατυπώσουμε τις ιδέες του ποιητή για τη φύση της ποίησης ανεξάρτητα από το ποίημα. Έτσι πολλοί, στην προσπάθεια τους να ερμηνεύσουν τις ιδέες του ποιητή ανεξάρτητα από το ποίημα, έχουν αντιμετωπίσει ερωτήσεις που φαίνονται αναπάντητες. Αν η ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή, γιατί χρειαζόμαστε αντικλείδια; Αν η ποίηση είναι πόρτα, σε τι είναι πόρτα; Όταν κοιτάμε μέσα, σε τι μέσα κοιτάμε;
Ίσως όμως κάτι μπορεί να καταλάβουμε από το νόημα του ποιήματος χωρίς να απαντήσουμε όλες αυτές τις ερωτήσεις. Η ποίηση, μας λέει ο ποιητής, είναι μια πόρτα ανοιχτή. Μερικοί συναντούν την πόρτα και την προσπερνούν. Δεν κοιτάζουν για τίποτα, αλλά ούτε και βλέπουν τίποτα. Αυτοί όμως που βλέπουν κάτι και που συναρπάζονται από τη μαγεία του, προσπαθούν να μπουν μέσα - προσπαθούν να δουν περισσότερα. Η πόρτα (η ποίηση) τότε κλείνει και δεν υπάρχει κλειδί γι' αυτήν. Αναπόφευκτα μερικοί χάνουν όλη τους τη ζωή ψάχνοντας για το ανύπαρκτο κλειδί που θα τους ανοίξει την πόρτα της ποίησης - θα τους επιτρέψει να εννοήσουν τη φύση της. Δυστυχώς ή ευτυχώς, το μόνο που μπορεί να κάνει κανείς, είναι αντικλείδια - δηλαδή, ποιήματα. Με άλλα λόγια, η κατανόηση μας του ποιητικού κόσμου, αυτό που προσπαθούμε να αρπάξουμε με το μάτι μας όταν κοιτάμε μέσα, μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τα ποιήματα που δημιουργούμε.

Γιώργος Αναγνωστόπουλος, «Γιώργης Παυλόπουλος - Ποιητής ολίγων λέξεων και πολλών ιδεών», Γράμματα και Τέχνες, τεύχ. 83, Φεβρ.-Μάιος 1998, σ. 31 -36.



4. Η ποιητική δημιουργία είναι μια πράξη ερωτική και συνάμα μια υπέρτατη δοκιμασία, παλεύοντας στο μεταίχμιο ζωής και θανάτου να φτάσεις στην αλήθεια της τέχνης σου. Η στιγμή αυτής της αλήθειας είναι απατηλή και πρόσκαιρη όπως η στιγμή κάθε ευτυχίας. Γρήγορα ξαναρχίζεις, πέφτοντας πάλι στην ίδια κατάσταση. Και η μόνη φιλοδοξία σου είναι, να μην καταλάβει ποτέ κανείς την αγωνία σου όταν έγραφες το έργο σου, να μην φανεί ποτέ μέσα στο έργο το παραμικρό σημάδι αυτής της αγωνίας.
Τα πράγματα που αγγίζουν σε βάθος, τη ζωή μας, όπως η Ποίηση, μπορεί να ειπωθούν μονάχα μέσα από τις προσωπικές εμπειρίες μας. Δεν ορίζονται μέσα από θεωρίες και αφηρημένες έννοιες. Νομίζω ότι δεν υπάρχει κανένας ορισμός για την Ποίηση. Ωστόσο ας μου επιτραπεί να την φαντάζομαι και να την ονειρεύομαι σαν μια πόρτα ανοιχτή.

«Ο Γιώργης Παυλόπουλος μιλάει για την ποίηση και το έργο του», Γράμματα και Τέχνες, τεύχ. 83, Φεβρ.-Μάιος 1998, σ. 24-26


5. Και τώρα μπορώ να πω ότι θεωρώ τον Γιώργη Παυλόπουλο ένα πολύ σημαντικό ποιητή γιατί πέρα από θαυμάσιους στίχους και εξαίσια ποιήματα έχει ντύσει ένα ολόκληρο ποιητικό έργο, έναν πολυδιάστατο ποιητικό κόσμο. Ο Παυλόπουλος δεν μας αναγκάζει να διαρρήξουμε τις πόρτες αυτού του κόσμου. Ούτε όμως αφήνει πάντα τις πόρτες του ανοιχτές. Μας δίνει τα αντικλείδια, όπως λέει ο ίδιος, για να μπούμε μέσα του, να τον αναγνωρίσουμε, να δούμε ότι οι πόρτες του είναι άπειρες, και να ξαναβγούμε στο δικό μας κόσμο πολύ πιο πλούσιοι από πριν.

Τίτος Πατρίκιος, «Ο Γιώργης Παυλόπουλος και τα αντικλείδια της ποίησης», Γιώρ¬γης Παυλόπουλος Νέο Επίπεδο, Μάρτιος 1995, σ. 3-8


6. Η μετακίνηση του Παυλόπουλου από τη συμβολική διαστρωμάτωση του ποιητικού μύθου, στην παραβολική διαχείριση του, που ήδη αναγνωρίζεται εύκολα στα ποιήματα των «Αντικλειδιών» και στα επόμενα, νομίζω ότι σχετίζεται άμεσα με την ταυτόχρονη μετάβαση του από το ποίημα-γεγονός, έστω και αν αυτό λειτουργεί μέσα σε μια συστοιχία άλλων ομοειδών ποιημάτων, στο ποίημα εκείνο όπου η δοκιμασία του δημιουργού της ποιητικής σύνθεσης αποτελεί την κυρίως υπόθεση του ποιήματος. Κατ' αναλογία, εξασθενίζουν οι ιστορικές συνδηλώσεις απ' όπου άλλα προγενέστερα συνήθως ποιήματα αντλούσαν τη δραματική τους απόγευση και, αντίθετα, δυναμώνουν οι αποστασιοποιητικοί μηχανισμοί, ενεργοποιώντας συνάμα τη φαντασία του ποιητή η οποία και καταλαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερο χώρο ως προς τα όρια της συμμετοχής της στη διαμόρφωση του ποιήματος. Είναι αυτό που διαπιστώνει αμέσως ο αναγνώστης, διαβάζοντας «Τα αντικλείδια», με τη μυθική ατμόσφαιρα να εξαρτάται όλο και πιο λίγο από τις προποιητικές εμπειρίες, ενώ οι σκηνοθετικοί χειρισμοί του ποιητή, είναι αυτοί που υποβάλλουν στον αναγνώστη τα ερωτήματα που τον έχουν ήδη δοκιμάσει.

Αλέξης Ζήρας, «Ο καθρέφτης ως σύμβολο του μεταιχμίου. Μια ανασκευή του μύθου στην ποίηση του Γιώργη Παυλόπουλου», Νέο Επίπεδο, ό.π., σ. 3-10.


7. Το ποίημα είναι αφήγηση ενός προσώπου - δεν ενδιαφέρει νομίζω αν ταυτίζεται ή όχι με τον ποιητή• η αφήγηση δεν αφορά ένα συγκεκριμένο συμβάν, αλλά μια επαναλαμβανόμενη ανά τους αιώνες διαδικασία απόπειρας να παραβιασθεί η ανοιχτή πόρτα της ποίησης. Το πρόσωπο που αφηγείται δεν εμφανίζεται στο ποίημα ως υποκείμενο ενός άμεσου πρώτου ρηματικού προσώπου- τα όσα λέγει διεκδικούν την εγκυρότητα του αντικειμενικού, αυτού που αορίστως επαναλαμβανόμενο συμβαίνει και που περιγράφεται στο ποίημα από ένα πρόσωπο που διαθέτει μία συνολική εποπτεία στον χώρο - που είναι ο κόσμος -το σύμπαν- και στον χρόνο που είναι από τότε που υπάρχει ο κόσμος.

[...] Αλλά ας επιστρέψουμε στην αναζήτηση του κλειδιού. Το κλειδί είναι ένα - τα αντικλείδια πολλά, όμως, Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ για όσους μπόρεσαν να δουν στο βάθος. Το βάθος είναι απροσπέλαστο; Αυτό σημαίνει ότι η ποίηση δεν μπορεί να κατακτηθεί ως ουσία; Ας θυμηθούμε την πλατωνική αντίληψη για το σπήλαιο• μόλις βγουν οι ψυχές απ' αυτό και αντικρύσουν το φως της ιδέας, τυφλώνονται από την λάμψη του• στιγμιαία μόνο μπορούν να το κοιτάξουν.
Τα ποιήματα είναι αντικλείδια δεν είναι κλειδιά• είναι αντικλείδια• -για ν' ανοίξουμε την πόρτα, που είναι ανοιχτή όσο δεν θέλουμε να την διαβούμε και που κλείνει, όταν θελήσουμε να την περάσουμε-. Αναζητούμε την μαγεία της ποίησης και μόλις θελήσουμε να γίνουμε κοινωνοί της, η πόρτα κλείνει, όπως όταν πας σε μια πηγή να ξεδιψάσεις και εκείνη στερεύει, όπως δηλ. σε ένα εφιάλτη - επομένως ο ποιητής είναι ένας εξόριστος από τον κόσμο της ποιητικής μαγείας. Ανήκει όμως σ' αυτόν γι' αυτό και η αγωνιώδης προσπάθεια να διαβεί την κλειστή της πόρτα. Επομένως η Ποίηση δεν είναι το σύνολο των ποιημάτων που γράφτηκαν από τότε που υπάρχει ο κόσμος• είναι αυτό που ποτέ δεν ειπώθηκε και ούτε πρόκειται ποτέ να ειπωθεί.
Το ποίημα τελειώνει όπως άρχισε (κύκλος). Η Ποίηση είναι μια πόρ¬τα ανοιχτή• η πρόσκληση ανανεώνεται• η περιπέτεια δεν έχει τέλος• η πόρτα θα ξανακλείσει, αλλά θα παραμένει ανοιχτή. Αντίφαση λογική, όχι όμως ποιητική, ούτε φιλοσοφική:
Ξυνόν γαρ αρχή και πέρας επί κύκλου περιφερείας
[Ηράκλειτος]

Τασούλα Καραγεωργίου, «Τα αντικλείδια του Γιώργη Παυλόπουλου μία διδακτική δοκιμή», Γράμματα και Τέχνες, ό.π., σ. 37-39.
 

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ - ΚΡΗΤΙΚΟΣ


ΚΝΛ Γ΄ΛΥΚΕΙΟΥ, ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ ΚΡΗΤΙΚΟΣ

ΣΟΛΩΜΟΣ: ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
     Εμπνεύστηκε και επηρεάστηκε από τον Αντώνιο Μαρελάο ο οποίος έγραψε πατριωτικά ποιήματα ″ Ύμνος εις την περίφημον Γαλλίαν″
                                            ‌‌ ‌↓
Ο Σολωμός εμπνεύστηκε τη β΄ στροφή του
“ Ύμνος εις την ελευθερίαν”. 

Κυριότερος εκπρόσωπος της Επτανησιακής Σχολής.

Εθνικοπλάστης και  ηθικοπλάστης ποιητής.
Μεγαλόστομος, λυρικός, ιδεολόγος.

Ο Κρητικός (1833) ανήκει στη Γ΄ περίοδο (1833-1855) − περίοδος ωριμότητας.         
                                                         

Κρητικός
Αφηγηματικό ποίημα σε 5 μέρη.
Το 1ο από τα μεγάλα ποιήματα της ώριμης περιόδου του.
Πηγή έμπνευσης: πραγματικά γεγονότα της επανάστασης στην Κρήτη. (κατάληψη από Τούρκους − φυγή πολλών από Κρήτη προς Κύθηρα, Αντικύθηρα, Πελοπόννησο).
Το κείμενο του ποιήματος αναπαράγει το τραγούδι ενός πρόσφυγα κρητικού που, μακριά από την πατρίδα του αναπολεί τα περασμένα, πλεγμένο γύρω από το περιστατικό που καθόρισε τη ζωή του.

Υπόθεση 5 μερών Κρητικού

1−2 Ναυαγός ο Κρητικός _επιχειρεί να σώσει την αγαπημένη του μέσα
       στην τρικυμία.
3−4 Η τρικυμία παύει απότομα − εμφάνιση ″φεγγαροντυμένης″ (ίσως
       είναι η Ελευθερία) θεϊκής μορφής (το συναντάμε και σε ελεύθερους
       πολιορκημένους).
5        Χάνεται η οπτασία-ακούγεται απόκοσμη  μουσική που τον συνεπαίρνει-
σωπαίνει ο ήχος-φτάνει σε ακρογιαλιά-εναποθέτει την αγαπημένη
του-είναι νεκρή.

Έγραψε τον Κρητικό τη χρονιά που ξεκίνησε η οικογενειακή δίκη για τα περιουσιακά. Έχει παραδοθεί ως απόσπασμα-κατά τη συνήθεια της εποχής είχε σκοπό να γράψει επικολυρικό ποίημα που δεν το ολοκλήρωσε ποτέ.
Γραμμένο σε 15σύλλαβα ομοιοκατάληκτα δίστιχα.
Ύμνος στην πατρίδα και τον έρωτα.

Βασική επιδίωξη Σολωμού:
Να δημιουργήσει νέο λογοτεχνικό είδος, στο οποίο να συντίθενται όλα τα αντιτιθέμενα στοιχεία με τρόπο μεικτό αλλά και αποδεκτό →
  → 1) φυσική + μεταφυσική πραγματικότητα
       2) ρομαντική + κλασική θεματική και τεχνική
       3) πεζός + ποιητικός λόγος
       4) εγκωμιαστικός + σατιρικός λόγος.
__________

Ο Κρητικός γράφτηκε 10 χρόνια μετά τον ″ Ύμνο εις την Ελευθερίαν″.

   Με αφετηρία μια λυρική σύλληψη, ο ποιητής ενορχηστρώνει μια αφήγηση, η οποία δίνεται με λυρικό τόνο, λόγω της λυρικής αφετηρίας.
Οι ενότητες διαθέτουν αφηγηματική αυτοτέλεια.


Χρονικά επίπεδα ″Κρητικού″.
1ο → καλύπτει το χρόνο του ναυαγίου και της θαυμαστής εμπειρίας:
         ΠΑΡΕΛΘΟΝΑφηγηματικό Παρόν.
2ο → προϊστορία ήρωα στην Κρήτη: Απώτερο Παρελθόν.
3ο → Η ζωή του μετά το ναυάγιο και το χαμό της κόρης: ΠΑΡΟΝ
         (ανακαλεί στο τραγούδι τα παρελθόντα δεινά).
4ο → οραματισμός της έσχατης κρίσης(Δευτέρας Παρουσίας):ΜΕΛΛΟΝ.
__________

Οι χρονικές διαβαθμίσεις διαπλέκονται :
 → Το απώτερο παρελθόν τίθεται εμβολισμό στο αφηγούμενο παρελθοντικό πλαίσιο της πρόσφατης δοκιμασίας του πρόσφυγα (του ναυαγίου).
Χρόνος απώτερου παρελθόντος: σφαγές − διώξεις από τους Τούρκους
                                                     (1823-24).
Παρόν ήρωα:  ο χρόνος που έπεται της διάσωσής του, είναι σώος αλλά
[αφηγηματικό      συντετριμμένος και εξιστορεί το πάθημά του.
 Παρόν]
Μέλλον: Ο άδηλος χρόνος της Έσχατης Κρίσης.

Χρήση
α) αναδρομών (αναφορές στο απώτερο παρελθόν)
β) προλήψεων (αναφορές στο μέλλον).
                                                    
                                           μετατόπιση σε
                                         μεταφυσικό επίπεδο-
                                         Δευτέρα Παρουσία.
Κοινός τόπος στα σολωμικά έργα:
   Το δέλεαρ της φύσης που παροπλίζει τις φυσικές − ηθικές αντιστάσεις ανθρώπου (εδώ: το άκουσμα του ήχου υπονομεύει τη διάσωση της αγαπημένης).

Γλώσσα
  Χρησιμοποιεί τύπους από Ερωτόκριτο (έχει μελετήσει κρητική λογοτεχνία) και από Παλαιά και Καινή Διαθήκη.
Ύφος
 Αφηγηματικό − αλλά κυρίως λυρικό.
 Πρότυπα αντλεί από Κρητική λογοτεχνία + δημοτικό τραγούδι.
ΜΕΤΡΟ
Τα ομοιοκατάληκτα δίστιχά του βασίζονται
α) στο δεκαπεντασύλλαβο της δημοτικής προφορικής παράδοσης
β) της γραπτής κρητικής λογοτεχνίας (Ερωτόκριτος).
Κάθε στίχος έχει νοηματική αυτοτέλεια − σπανίζουν οι διασκελισμοί.

                                       −−−−−−
Κριτικές
Πίστευε στη ″στρατευμένη″ ποίηση − σκοπός/προορισμός
ποιητή = η ηθική στήριξη των συμπατριωτών του.
−−− Π. Μάκριτζ (εκδόσεις Καστανιώτης)

Χρησιμοποιεί ιδιαίτερα:
Ø      Εικόνες από τον κόσμο της φύσης και του σύμπαντος.
Ø      Συχνή χρήση λέξεων που δείχνουν τη φύση σε άγριες στιγμές της (αστροπελέκι, αστραπή κλπ.)
Ø      Ουσιαστικά που ακολουθούν: αέρας, άστρο, αστέρι, φως, ουρανός κλπ.

Τα συχνότερα επαναλαμβανόμενα επίθετα =
καθαρός                            αναφέρονται στη φύση, στον ηθικό
δροσάτος                        κόσμο των ανθρώπων, δηλώνουν
γλυκός                                    καλοσύνη και αγνότητα.
δροσερός

Συχνά εμφανίζονται ονόματα που αναφέρονται σε μέρη του ανθρώπινου σώματος.
Συχνότερο: μάτι → φως (sos)
Έπειτα: χέρι, φωνή…

Κρητικός: πολύπλοκοι σχεδιασμοί που δημιουργούν εικόνες ματιών και χεριών.

Συσχετισμοί ματιού στο ποίημα:
− όραση σε αντιπαράθεση με ομιλία − ακοή
− δάκρυα με θαλασσινό και γλυκό νερό…

Εικόνες που έχουν σχέση με «ξετύλιγμα»

→ συχνά περιγράφει αντικείμενο (ή και το ανθρώπινο σώμα) που αποκαλύπτει μια κρυμμένη όψη, ως τότε φυλακισμένη.
→ συχνή επανάληψη λέξεων όπως: μυστήριο κρυφός.
· εικόνες κρυμμένων πραγμάτων:
                → ανάμνηση που εμφανίζεται μπροστά του
                → νερό που πετάγεται από το βράχο
                → μύχιες σκέψεις που τις «διαβάζει» η φεγγαροντυμένη
                → η εμφάνιση − ανάδυση της ίδιας της φεγγαροντυμένης.

Θάλασσα → έχει συμβολική σημασία, σε διάφορα ποιήματα του Σολωμού:
     
· Λάμπρος: Λάμπρος, Μαρία, κόρη τους πνίγονται (αυτοκτονία)
· Κρητικός   }  τους βρίσκει ο θάνατος στη θάλασσα − εκεί νιώθουν και το
· Πόρφυρας }  όραμα της υπερφυσικής γαλήνης και την απόλυτη ένωση
                     → εντυπωσιακό με δεδομένο πως σε ποίηση Σολωμού η
αυτογνωσία     θάλασσα = συνήθως ταραγμένη =η θάλασσα, ενώ είναι
                       ανοίκεια, γίνεται το τέλειο σκηνικό για τον αγώνα ζωής −
                       θανάτου που δίνουν οι ήρωες.
Μεταξύ ιδιωματικού − πανελλήνιου γλωσσικού τύπου προτιμά τον πρώτο = στοιχείο αυθεντικότητας.

Κρητικός
    
Το ερωτικό ζεύγος = ανώνυμο
   Κρητικός − «αρραβωνιασμένη».
Από επεξεργασίες χειρογράφων φαίνεται πως είχε πρόθεση να ονομάσει την κόρη − την αναφέρει: Ελένη.
Ρόλος αρραβωνιαστικιάς:
Σχεδόν αφανής και εξαρτημένη από τη σωματική και ψυχική αντοχή του κρητικού.
Στην ενότητα της Δευτέρας παρουσίας, η κόρη παίζει πρωτεύοντα ρόλο, όμως κανένα στοιχείο της αφήγησης δεν προβάλλει το χαρακτήρα της.
                                     
Κρητικός: ο Σολωμός επιχειρεί συνδυασμό
α) αφηγηματικού } τρόπου → το ποίημα παρουσιάζεται ως δραματικός
β) λυρικού       } μονόλογος του ποιητικού προσώπου, το οποίο αφηγείται
                           λυρικά την τελευταία και καίρια δοκιμασία ζωής του.

                                                                  

ΔΟΜΗ ″ΚΡΗΤΙΚΟΥ″


Ο κρητικός έχει οργανική δομή
→ δομημένο κυκλικά
→ περιέχει πολλές εσωτερικές παραπομπές.

                           Ο ΑΡΙΘΜΟΣ 3
Επαναλαμβανόμενο χαρακτηριστικό της δομής του ποιήματος: η σύνθεση των στοιχείων ανά 3 → (στοιχείο που αντλεί από το δημοτικό τραγούδι: ο νόμος των τριών)
3 κεραυνοί πέφτουν
3 φορές ορκίζεται ότι η ιστορία του είναι αληθινή.
→ Όταν προσπαθεί να θυμηθεί που έχει ξαναδεί τη φεγγαροντυμένη,
     Αμφιβάλλει, ανάμεσα σε 3 δυνατότητες.
→ Όταν περιγράφει πόσο δυνατό νιώθει το χέρι του, αφού χάθηκε η
     οπτασία, λέει πως τώρα ήταν πιο δυνατό από 3 περιπτώσεις στο
     παρελθόν.
→ Όταν λέει πως τίποτα δε συγκρίνεται με τον ήχο, δίνει 3 ″αποφατικές″
     παρομοιώσεις για να δείξει ήχους που δε συγκρίνονται με αυτόν, δεν
     έχουν τη δύναμή του.
Διαβαθμίσεις σε κάποιες ομάδες των 3:
1)      όρκοι → ισχυρότερος ο θάνατος της αγαπημένης
2)      παρομοιώσεις → η καθεμιά μακρύτερη από την προηγούμενη

Ομάδες 3 στοιχείων συχνές στη δημοτική ποίηση − το τελευταίο στοιχείο είναι συνήθως το σημαντικότερο.

Η φεγγαροντυμένη του σολωμικού έργου:
1)      Η φεγγαροντυμένη ζωντανεύει και παριστάνει ομορφιά Ζωής και Φύσης.
2)      (Πειρασμός): μορφή αντίστοιχη με νεράιδες λαϊκών παραδόσεων − έχει μόνο εξωτερική συγγένεια με αυτή του κρητικού → άποψη που αγνοεί τις παραλλαγές.
3)      Φεγγαροντυμένη = θεά → α) Αφροδίτη (ομορφιά)
                                                 β) Ελευθερία − Ελλάδα( θεάνθρωπη, 
                                                     που μετέχει θεϊκής και ανθρώπινης
                                                     ουσίας).
                                                 γ) (κρητικός)→ ψυχή της
                                                      αρραβωνιαστικιάς που ξεψύχησε και
                                                      του παρουσιάστηκε ως οπτασία.
                                                 δ) το «φάσμα» της αρραβωνιαστικίας
                                                      υψωμένης σε θεά.

  4) Αναπαράσταση της θρησκείας
     5) α) Ενσαρκώνει πλατωνικές ιδέες: ομορφιά, καλοσύνη, δικαιοσύνη.
         β) Αποτελεί πνευματική ή μεταφυσική σύλληψη, είναι το όραμα
              κόσμων ιδεατών.
    6) Ενσαρκώνει την Ουράνια Αγάπη ή την πονεμένη μάνα των
        ανθρώπων ορισμένη μορφή του ″Θείου Έρωτα″.

Η φεγγαροντυμένη αποτελεί σολωμική σύλληψη − συμπυκνώνει τη σολωμική διαλεκτική σύνθεση του ελληνικού αισθητικού ανθρωπισμού → που συλλαμβάνει τη φύση ως χώρο κάλλους − αρμονίας  με τη χριστιανική αντίληψη της ζωής → που αντιμετωπίζει το κάλλος ως ηθικό μέγεθος.
Ενσαρκώνει αξίες κοσμικές, που υπερβαίνουν το στενό εννοούμενο ανθρώπινο πεδίο: τη θειότητα της φύσης που συντίθεται από το ιδεώδες του κάλλους και του αγαθού, συνδεδεμένα με το καθολικό ερωτικό πνεύμα που συνέχει το Σύμπαν. (!)
Ο απόκοσμος ήχος
− συνοψίζει σε μουσικό σύμβολο τον παναρμόνιο ρυθμό της φύσης
− εισάγει ανάμεσα σε φύση − άνθρωπο μια σχέση διονυσιακή.

Ο ήρωας σε σχέση με τον ποιητή.
Ο Κρητικός σώθηκε − με το να γίνει ποιητής βγήκε καλύτερος από τη δοκιμασία − έχασε αγαπημένη − σε αντάλλαγμα του δόθηκε το χάρισμα να τραγουδά τα πάθη του (και μέσω αυτού να αποφορτίζεται /απολυτρώνεται). Έτσι συνδέονται ο κρητικός που έγινε ποιητής − αφηγητής με τον ποιητή (Σολωμό).

Η Φύση στο Σολωμικό έργο.
      
α) δυνάμεις − στοιχεία αρνητικά.
    Αντιπροσωπεύουν την άλογή βία στη φύση (Κρητικός τρικυμία
    Πορφύρας)
β) στοιχεία θετικά, η ίδια η φύση ως αρχέτυπο του κάλλους και του
     αγαθού (απόλυτη γαλήνη επαφή Κρητικός Πορφύρας).

Η φύση ως «αντίμαχη δύναμη» πολεμά τον άνθρωπο με 2 τρόπους:
1)      Παραλύει την αντίσταση ή προσπάθεια του ενάντια σε φυσικά εμπόδια, κυριεύοντας την ύπαρξη του με τη μαγευτική ακτινοβολία των αξιών των οποίων είναι φορέας − έτσι ενισχύεται η υπεροχή της φυσικής βίας.
2)      Το ακαταμάχητο κάλεσμα για ζωή και επίγεια ευδαιμονία που ακτινοβολεί η φύση διαβρώνει την ηθική θέληση του ανθρώπου.

Κρητικός: βασικά στοιχεία:
Η επίδραση της φύσης:
α) αφομοιώνει τον ήρωα
β) εξουδετερώνει το αγωνιστικό του πνεύμα (ηττάται, χάνει την αγαπημένη του).

Φεγγαροντυμένη = πλαστικό σύμβολο / =› αντιπροσωπεύουν δύο
Ήχος = μουσικό σύμβολο                    /   διαδοχικές συγκρούσεις.

Η κλιμάκωση αυτή συμπορεύεται με ηθική ολοκλήρωση.

Λίνος Πολίτης:
Το ποίημα αποτελεί διείσδυση προς τις ρίζες της εθνότητας.
Στυλιανός Αλεξίου:
Εισαγωγή στον Κρητικό

Γραφόταν το 1833 (σύγχρονα με τη δημοσίευση του ″Λάμπρου″).
Υπόθεση
             I.      Ένας νέος Κρητικός (αφηγητής) πολεμιστής βρίσκεται με τη μνηστή του στη θάλασσα − προσπαθεί να φτάσει σε μια ακτή (δεν κατονομάζεται και δεν είναι η Κρήτη) − κολυμπά κρατώντας την κοπέλα − Πέφτουν κεραυνοί − στο φως τους προσπαθεί να διακρίνει την ακρογιαλιά − Φαίνονται τα βουνά της στεριάς προς την οποία κατευθύνονται.
          II.      Αφηγείται την περιπέτεια μετά από χρόνια. Ορκίζεται πως όσα θα πει = αληθινά.
Όρκοι
1)      Στα τραύματά του
2)      Στους συμπολεμιστές του που σκοτώθηκαν στην Κρήτη
3)      Στην ψυχή της αγαπημένης του
4)      Στη Θεία Κοινωνία
5)      Στη Δευτέρα Παρουσία.
Μεταφέρεται νοερά στο ανώτατο μέλλον − φαντάζεται πως είναι νεκρός και περιμένει να ηχήσει η σάλπιγγα και να βγει από τον τάφο − βγαίνει − ρωτά αν είδε κανείς την αρραβωνιαστικιά του (ρωτά τους υπόλοιπους αναστημένους). Το σύμπαν έχει ανατραπεί (συντέλεια), αυτός την αγαπάει όμως το ίδιο με τότε που ζούσε. Του απαντούν πως είδαν την ψυχή της − κάποιον να αναζητά. Κλείνει η παρένθεση − αναφορά στη συντέλεια.
       III.      Ο Κρητικός συνεχίζει την αφήγηση της θαλασσινής περιπέτειας,
Από το σημείο που την είχε αφήσει. Έληξε η τρικυμία. Εμφανίστηκε η φεγγαροντυμένη.
       IV.      Περιγραφή φεγγαροντυμένης.
   − Κοιτάει τα άστρα
   − Πατάει το πέλαγος χωρίς να το ρυτιδώνει (άυλη οντότητα).
   − Απλώνει τα χέρια ερωτικά.
   − Η νύχτα γεμίζει φως.
   − Κοιτάζεται με τον Κρητικό.
   − Ο Κρητικός προσπαθεί να θυμηθεί που μπορεί να την έχει ξαναδεί: 1) πριν πολύ καιρό ζωγραφισμένη σε μια εκκλησία.
                  (Παναγία − κάποια Αγία)
              2) ίσως την είχε φανταστεί ερωτικά (ερωτική φαντασίωση)
              3) ίσως την είχε ονειρευτεί όταν ήταν ακόμα βρέφος
                  (αρχέτυπες καταβολές − μητρικό πρότυπο)

Παλιά και λησμονημένη ανάμνηση χαρακτηρίζει. Εκείνος κλαίει − έτσι δεν τη βλέπει, αφού τα μάτια του θολώνουν από τα δάκρυα.
Εκείνη διαβάζει τη σκέψη του (ικανότητα των θεϊκών όντων).
          V.      Η φεγγαροντυμένη του χαμογελά, δακρύζει.
Εκείνος νομίζει τώρα ότι μοιάζει στην αγαπημένη του (φάσμα
αρραβωνιαστικιάς)
Το όραμα εξαφανίζεται. Υψώνει το χέρι του και πέφτει σ’ αυτό το δάκρυ της. Λέει πως από εκείνη τη στιγμή άλλαξε (αναχρονία). Περιγράφει πως κολυμπούσε δυνατά πια με αυτό το χέρι (στο άλλο κρατά την αγαπημένη του). Όμως, τον συνοδεύει ένας γλυκός ήχος, που καθυστερεί το κολύμπι του. Επιχειρεί να τον περιγράψει. Πρώτα περιγράφει με τι δε μοιάζει (από την πρωθύστερη εμπειρία τους).
Δε μοιάζει
1)      με φωνή κοριτσιού που τη νύχτα τραγουδά για τον ερωτά της − και μαγεύει τη φύση. (φωνή)
2)      με το αηδόνι της Κρήτης που τραγουδά ως την Αυγή και μόλις το ακούει της πέφτουν τα ρόδα από τα χέρια. (πουλί)
3)      με το φιαμπόλι που άκουγε στον Ψηλορείτη, όπου κατέφευγε όταν ήταν στεναχωρημένος για την τύχη της πατρίδας του. (μουσικό όργανο).
Με τι μοιάζει
1)      Είναι μουσική χωρίς λόγια
2)      Ήχος λεπτός, που ο αντίλαλος δεν μπορεί να τον επαναλάβει.
Αγνοεί αν οι ήχοι είναι κοντά ή μακριά.
Περιγράφει την επίδραση των ήχων στον ίδιο:
1)      Γεμίζουν τον αέρα όπως οι μυρωδιές του Μάη (δύναμη που έχει μόνο ο Έρωτας και ο Θάνατος).
2)      Του αρπάζουν την ψυχή − σ’ αυτή πια δε χωρούν ούτε ο ουρανός, ούτε η θάλασσα, ούτε η ακρογιαλιά, ούτε η αγαπημένη.
3)      Επιθυμεί να αποχωριστεί το κορμί του και να ακολουθήσει τον ήχο.
Ο ήχος παύει − η ψυχή του αδειάζει − γεμίζει πάλι από την αγαπημένη του.
Φτάνει στην ακρογιαλιά − εναποθέτει την κοπέλα − είναι νεκρή.
Ιστορική στιγμή −  υπόβαθρο ποιήματος: η ναυτική έξοδος από Κρήτη, Μάρτιο − Απρίλιο του 1824. − Ρεαλιστικό στοιχειό πάνω στο οποίο συντίθεται το ρομαντικό θέμα της οραματικής εμφάνισης της νεκρής αγαπημένης μέσα στη φύση που πριν ήταν εχθρική, τώρα μαγευτική και επικίνδυνη.
Κρητικός = σύνθεση διαφορετικών στοιχείων: (και δανείων)
1)      πραγματικών
2)      ποιητικών
3)      φιλοσοφικών
− Η δομή του Κρητικού είχε οριστικοποιηθεί από το Σολωμό − Δεν υπάρχει σχεδιασμός για προσθήκε3ς προσώπων ή επεισοδίων ή για μεγάλες αλλαγές της πλοκής ή της μορφής.
Το ότι ο Σολωμός είχε δήθεν συνθέσει ή σχεδιάσει τα 17 πρώτα κεφάλαια του «Κρητικού», όπως γράφει ο Πολυλάς = μύθος (αυτό γιατί ο Σολωμός αριθμεί την πρώτη στροφή με τον αριθμό 18 − όμως ο Λίνος Πολίτης λέει πως ο αριθμός αυτός είναι συμβατικός.



Ανάλυση

• Ο Σολωμός ξεκίνησε να γράφει τον «Κρητικό» στα 1833. Την περίοδο εκείνη ο ετεροθαλής αδερφός του (από τη μητέρα του) Ιωάννης Λεονταράκης διεκδίκησε δικαστικά μερίδιο από την πατρική περιουσία του Σολωμού. Η δίκη διήρκεσε 6 χρόνια και παρόλο που ο Δ. Σολωμός δικαιώθηκε, τραυματίστηκε ψυχικά, αφού ήρθε σε αντιπαράθεση με τη μητέρα του. Αυτή η ψυχική του ταλαιπωρία φαίνεται και στο ποιητικό έργο που σύνθεσε την περίοδο εκείνη. Πράγματι, ο ξεριζωμός του Κρητικού μπορεί να συνδεθεί με τη ρήξη των σχέσεων του ποιητή με τη μητέρα του, ενώ η απώλεια της αγαπημένης του ήρωα και η τελική του μοναξιά παραπέμπει στο αίσθημα εγκατάλειψης του ποιητή από τη μητέρα.
• Ο Κρητικός αποτελεί απόσπασμα από ένα μεγαλύτερο που θέλησε να συνθέσει ο Σολωμός, σύμφωνα με τη συνήθεια της εποχής να γράφονται μεγάλα επιλολυρικά ποιήματα. Δεν το ολοκλήρωσε, ωστόσο ο «Κρητικός» που διασώθηκε έχει αυτοτέλεια, δε δίνει την αίσθηση επεισοδίου ούτε χαρακτηρίζεται από αποσπασματικότητα.
• Κεντρικό νόημα (βαθύτερο): Ύμνος στην πατρίδα και στον έρωτα.
Οι ενότητες που απαρτίζουν το ποίημα διαθέτουν αυτοτέλεια. Η καθεμιά δίνει την εντύπωση ενός επεισοδίου που ολοκληρώνεται.

Χώρος

Ο δραματικός χώρος είναι η θάλασσα, η οποία στη σολωμική ποίηση κατέχει ιδιαίτερη θέση.
Το υγρό στοιχείο παραπέμπει στις απαρχές της ζωής, καθώς αποτελεί το πρώτο περιβάλλον του ανθρώπου, όσο αυτός βρίσκεται ως έμβρυο στη μήτρα της μητέρας του. Είναι η πηγή της ζωής αλλά στο εξεταζόμενο ποίημα είναι και η πηγή θανάτου. Τα δύο αυτά μοτίβα, ζωή − θάνατος, συνενώνονται με το υγρό στοιχείο που συμβολίζει την αρχή και το τέλος. Εδώ η θάλασσα, η φύση είναι εχθρική προς τον ήρωα, γιατί απειλεί τη ζωή του και του στερεί την αγαπημένη του. Ταυτόχρονα, είναι το περιβάλλον μέσα στο οποίο του αποκαλύπτεται η φεγγαροντυμένη, του δωρίζεται μια μεταφυσική εμπειρία που δεν μπορεί να τη βιώσει ο καθένας και οπουδήποτε. Η αρχή της αντίθεσης του Σολωμικού έργου είναι εμφανής, καθώς μέσα στο ίδιο πλαίσιο ενσωματώνονται το καλό και το κακό, το θετικό και το αρνητικό, η έκσταση κι ο θρήνος.
Πρόκειται για βαθιές αλήθειες με φιλοσοφικές διαστάσεις, οι οποίες εμφανίζονται στον «Κρητικό» μέσα από μια σειρά ποιητικών συμβολισμών.

    Ερωτήσεις σχολικού βιβλίου
1) Είναι ποίημα λυρικό και αφηγηματικό.
    Στην ενότητα 1 να επισημάνετε:
    α) τον τρόπο που αρχίζει η αφήγηση
    β) τα πρόσωπα
    γ) τον τόπο που βρίσκονται
    δ) τη σκηνοθετική εικονοπλασία.

Ενότητα 1: [1].
α) Η αφήγηση αρχίζει απότομα, χωρίς εισαγωγή και in media res, δηλαδή όχι από την αρχή της ιστορίας (όταν ο αφηγητής – κρητικός αγωνιζόταν στην πατρίδα του εναντίον των Τούρκων) αλλά από τα μισά, δηλαδή από την περιπέτεια του ναυαγίου. Για την αρχή της ιστορίας θα μας πει αργότερα, μέσα από αναδρομικές αφηγήσεις.
     Τα στοιχεία που μας δίνει η αφήγηση είναι ότι: α) η αφηγούμενη ιστορία αναφέρεται στο παρελθόν του προσώπου που αφηγείται (εκοίταια = παρατατικός, ιστορικός χρόνος). β) Ο αφηγητής συμμετέχει στα δρώμενα, είναι ο ήρωας της αφήγησης, είναι ομοδιηγητικός – δραματοποιημένος (αυτό φαίνεται από το ρηματικό πρόσωπο – α΄ ενικό). γ) Η αφήγηση μας κάνει να αντιληφθούμε ότι το έργο αποτελεί δραματικό μονόλογο, δηλαδή το μονόλογο ενός ανθρώπου που αφηγείται – αναπαριστά τα παθήματά του. δ) τη στιγμή που αρχίζει το έργο αντιλαμβανόμαστε ότι ο ήρωας έχει βγει σώος από τις δοκιμασίες και τώρα τραγουδά όσα του συνέβησαν.

Πρόσωπα: Ο κρητικός και η αρραβωνιαστικιά του (κορασιά), και οι δύο ναυαγοί. Ο κρητικός είναι το βασικό πρόσωπο. Για την κορασιά δε μας δίνονται επιπλέον στοιχεία, ούτε γνωρίζουμε το όνομά της, ούτε καν ακόμα τη σχέση της με τον κρητικό.

Τόπος: Βρίσκονται μεσοπέλαγα, μακριά από τη στεριά, όμως έχουν οπτική επαφή, επειδή πέφτουν αστροπελέκια και φωτίζουν τη νύχτα.

Σκηνοθετική εικονοπλασία: Το σκηνικό είναι το πέλαγος. Είναι νύχτα, επικρατούν ακραία καιρικά φαινόμενα, δηλαδή καταιγίδα, με αστραπές και βροντές. Το σκοτάδι είναι πηχτό και ο χώρος φωτίζεται μόνο όταν πέφτουν αστραπές. Μέσα στη θάλασσα δύο ναυαγοί παλεύουν με τα κύματα, ένας άνδρας και μια γυναίκα. Στο βάθος του σκηνικού διακρίνεται το ακρογιάλι και τα βουνά της στεριάς που ωστόσο είναι μακριά, μόνο όταν το φως του ωκεανού σπάει το βαθύ σκοτάδι.

Ενότητα 2: [2-3]
1. Στο απόσπασμα 2 – α΄ μέρος ο ποιητής προσπαθεί να πείσει τους υποθετικούς ακροατές για την αλήθεια των λεγομένων του.
     α) Γιατί;
     β) Με ποιον τρόπο προσπαθεί;
     γ) Τι επικαλείται

α) Ο ποιητής προσπαθεί να πείσει τους ακροατές για την αλήθεια των λεγομένων του για δύο λόγους: 1ον, γιατί η ιστορία που θα διηγηθεί είναι εξωπραγματική, του έτυχαν πολλές απανωτές συμφορές κι ακόμα κι η φύση στράφηκε εναντίον του, ενώ ταυτόχρονα βίωσε και μεταφυσικές εμπειρίες (φεγγαροντυμένη, απόκοσμος ήχος). Επομένως, ίσως φοβάται ότι το ακροατήριό του θα θεωρήσει την ιστορία φανταστική, ενώ ο ίδιος επιμένει ότι είναι πραγματική. 2ον, με δεδομένο ότι ο κρητικός επιδιώκει τη λύτρωσή του μέσω της ποιητικής έκφρασης, έχει την ανάγκη να γίνει πιστευτός, δεν του αρκεί απλώς να αφηγηθεί ποιητικά την ιστορία του.

β) Για να γίνει πιστευτός, χρησιμοποιεί τους 3 όρκους. Πρώτα ορκίζεται στις λαβωματιές του, κατά τον πόλεμο με τους Τούρκους στην Κρήτη. Ο όρκος αυτός αναφέρεται στο απώτερο παρελθόν. Έπειτα ορκίζεται στους συντρόφους του που σκοτώθηκαν στην Κρήτη. Κι αυτός ο όρκος αναφέρεται στο απώτερο παρελθόν. Τέλος ορκίζεται στην ψυχή της αρραβωνιαστικιάς του. Αυτός είναι ο ισχυρότερος όρκος. Επίσης, στο σημείο αυτό υπάρχει προοικονομία, εφόσον υποδηλώνεται ο θάνατος της κοπέλας, χωρίς να έχει ακόμα εξιστορηθεί. Στο σημείο αυτό έχουμε προδρομική αφήγηση. Είναι πολύ σημαντική η κλιμάκωση των όρκων. Πρόκειται για εκκλήσεις εμπίστευσης, που προοικονομούν καίρια σημεία της αφήγησης. Οι όρκοι αυτοί συνοδεύουν την αποστροφή του αφηγητή προς ένα υποθετικό ακροατήριο (σημείωση 2 σελίδα 17).

γ) Επικαλείται αξίες που είναι γι’ αυτόν προσωπικά ιερές κι όχι γενικά παραδεκτές, όπως π.χ. ο όρκος στο Θεό. Πρώτη αξία που επικαλείται είναι τα τραύματά του στη μάχη, η δεύτερη αξία είναι οι σύντροφοί του που πέθαναν κι η Τρίτη είναι η ψυχή της αρραβωνιαστικιάς του.

2. Σκηνή Δευτέρας Παρουσίας
    Λυρική αφήγηση που ανάγεται σε μεταφυσικό επίπεδο.
    α) Γιατί;

Αφού ορκίστηκε στην ψυχή της νεκρής αγαπημένης του, συνειρμικά μεταβαίνει στον Παράδεισο, τη στιγμή της Έσχατης κρίσης. Αυτή η μεταφορά του στο ανώτατο μέλλον, και μάλιστα κατά τη Δευτέρα παρουσία, γίνεται εξαιτίας της ανάγκης του να ξαναβρεί την αγαπημένη του. Μόνο τότε θα μπορέσουν να ξανασμίξουν και γι’ αυτό οραματίζεται τη συγκεκριμένη στιγμή.

β)  Με ποιους διαλέγεται ο αφηγητής – ήρωας;
     Συνομιλεί με τις αναστημένες ψυχές των νεκρών. Μάλιστα, ο διάλογος μεταξύ τους είναι άμεσος και βρίσκεται μέσα σε εισαγωγικά. Ενώ ως τώρα ακολουθούσε την τεχνική της αφήγησης, στο σημείο αυτό δηλαδή το διάλογο, ο οποίος εξασφαλίζει ζωντάνια, αμεσότητα, δραματικότητα και παραστατικότητα.

γ) Τι τους ρωτάει και τι του απαντούν;
    Τους ρωτάει να είδαν την ψυχή της αγαπημένης του, για να μπορέσει να τη βρει. Τους βεβαιώνει ότι ακόμα την αγαπά και γι’ αυτό θα κριθεί μαζί της.
     Του απαντούν ότι την είδαν στην πόρτα του Παράδεισου, τραγουδούσε, ανυπομονούσε να αναστηθεί κι αναζητούσε κάποιον. Οι κινήσεις της κόρης εντοπίζονται σε δύο χρονικά επίπεδα «πρωί» και «τώρα ομπρός».

δ) Η απάντησή τους τι είδους γνωρίσματα της κόρης αναδεικνύει:
     − Είχε χαρούμενη διάθεση, αφού τραγουδούσε κι έψαλλε    αναστάσιμα τραγούδια.
   Ανυπομονούσε για την ενσάρκωσή της.         (Ανυπόμονη)
   Ανυπομονούσε να βρει κάποιον.

ε)  Ποια στοιχεία φανερώνουν τα αισθήματά της προς τον ήρωα;
     Κινούνται γρήγορα, κοίταζε εδώ κι εκεί κι αναζητούσε κάποιον, άρα αδημονούσε να συναντήσει τον κρητικό, τον οποίο προφανώς αγαπούσε ακόμα.

Ενότητα 3: [απ. 3]
 Αφηγηματική ενότητα

α) Η μεταστροφή των φυσικών συνθηκών: Με ποιες εκφράσεις αποδίδεται
     Στους δύο πρώτους στίχους, οι οποίοι λειτουργούν μεταβατικά και συνδέουν την ενότητα αυτή με την πρώτη οι καιρικές συνθήκες είναι οι ίδιες με προηγουμένως. Ακούγονται βροντές κι η θάλασσα κοχλάζει από την τρικυμία.
     Η μεταστροφή έρχεται απότομα από τον 3ο στίχο και μετά. [Ησύχασε (η θάλασσα) …. πάστρα].
     Η θάλασσα ευωδίασε και καθάρισε, οπότε τα αστέρια αντικατοπτρίζονταν στα νερά. Απόλυτη νηνεμία. [Δεν ειν πνοή στον ουρανό … περνώντας].
     Ο ουρανός καθάρισε, έφυγαν τα σύννεφα, φάνηκε το φεγγάρι. [Εσκειόταν … φεγγάρι].
     Αυτή η μεταστροφή, η νέα εικόνα της γαλήνιας φύσης, έρχεται σε αντίθεση με την προηγούμενη εικόνα της τρικυμισμένης θάλασσας. Επίσης, προετοιμάζει, ως σκηνικό πλαίσιο, την εμφάνιση της φεγγαροντυμένης, που θα ακολουθήσει.
     Αυτή η μεταστροφή αισθητοποιείται και με εκφραστικά μέσα:
        ησύχασε – ησυχία (επανάληψη)
        πάστρα (μεταφορά)
        σαν περιβόλι (παρομοίωση και εικόνα οπτική και κυρίως αφηγηματική)
        προσωποποίηση της φύσης (άφησε το θυμό, στολίστηκε κάθε ομορφιά)
        εδέχτηκε όλα τα’ άστρα (εικόνα)
        Δεν ειν πνοή .. περνώντας (αρνητική παρομοίωση)
        εσκειόταν το φεγγάρι (εικόνα)
        επιθετικοί προσδιορισμοί.

β)  Ο όρος «κρυφό μυστήριο» σε σχέση με ό,τι πρόκειται ν’ ακολουθήσει.
         Ο ποιητής – αφηγητής θεωρεί ότι αιτία της μεταστροφής των φυσικών συνθηκών ήταν κάποιο κρυφό μυστήριο, δηλαδή παρεμβλήθηκε κάποια ανώτερη δύναμη, που ανάγκασε τη θάλασσα να γαληνέψει, για κάποιο σκοπό.
     Ο σκοπός αυτός είναι η εμφάνιση της φεγγαροντυμένης, η «επιφάνεια».
          Είναι συχνό μοτίβο να προηγείται σιγή πριν από κάποιο σημαντικό και μεταφυσικό γεγονός.


Ενότητα 4
    Όραμα φεγγαροντυμένης

α)  Η περιγραφή και η κίνηση της οπτασίας.
 Περιγραφή της:
      Στο τέλος της προηγούμενης ενότητας περιγράφονται ορισμένα από τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά. Έχει θεϊκιά θωριά, δηλαδή μοιάζει με θεά, έχει μαύρα μάτια και χρυσά μαλλιά. (προσοχή στην αντίθεση ματιών – μαλλιών).
      Στη συνέχεια, παρουσιάζεται να επιδρά στο φυσικό περιβάλλον. Κοιτάζει τ’ αστέρια κι αυτά αναγαλλιάζουν, το φως που εκπέμπει είναι πιο δυνατό από το δικό τους. Είναι άυλη οντότητα, αφού δεν επηρεάζει το νερό όταν το πατάει. Έπειτα δίνεται ένα ακόμα στοιχείο της εξωτερικής της εμφάνισης: κυπαρισσένιο ανάστημα. Η εσωτερική και η εξωτερική της ομορφιά βρίσκονται σε συνάφεια. Εκφράζει το αρχαίο ελληνικό ιδεώδες του καλού κ’ αγαθού (παρατήρηση 26 σελίδα 21).
Ακτινοβολεί φως και πλημμυρίζει το σύμπαν.
Κίνηση
   Κινείται πάνω στο νερό, κοιτάζει τ’ άστρα. Ανοίγει την αγκαλιά της ερωτικά αλλά και με σεμνότητα. Έκλινε το κεφάλι της προς τον κρητικό.

β)  Σκέψεις και συναισθήματα ήρωα
Σκέψεις: Προσπαθεί να θυμηθεί πού την έχει ξαναδεί. Μέσω τριαδικής σύνθεσης επιχειρεί όμως να ανακαλέσει την ανάμνηση. Τη χαρακτηρίζει «μνήμη παλαιή, γλυκιά κι αστοχισμένη».
Συναισθήματα:
    Αισθάνεται συγκίνηση και δακρύζει. Χάνει τη μιλιά του, γιατί η φεγγαροντυμένη διαβάζει τις σκέψεις του.

γ)  Η «φωνή» του ήρωα σε σχέση με τα περασμένα γεγονότα στην Κρήτη.
          Είδαμε ότι η φεγγαροντυμένη διαβάζει τις σκέψεις του Κρητικού. Οι σκέψεις του, αυτά που θέλει να πει, αλλά δε χρειάζεται, αφορούν το δράμα του, στην Κρήτη, το χαμό της οικογένειας του και την προσφυγιά. Η αίσθηση που του έχει δημιουργηθεί από όλες αυτές τις συμφορές είναι ότι βρίσκεται μετέωρος, πάνω από ένα γκρεμό και η μόνη του ελπίδα είναι η αγαπημένη του, που την κρατάει στην αγκαλιά του τη στιγμή του ναυαγίου.

δ)  Η επίκληση του ήρωα.
           «Βόηθα θεά». Ζητάει τη βοήθεια της φεγγαροντυμένης, για να σωθεί η αγαπημένη του, η οποία είναι ό,τι του έχει απομείνει σ’ αυτόν τον κόσμο.
Καισαρίων – Ερώτηση 1 σχολικού βιβλίου

Πράγματι, στο ποίημα του Καβάφη «Καισαρίων» η ποίηση δρα επανορθωτικά, αποκαθιστώντας την αδικία της ιστορίας εις βάρος του μικρού Καισαρίωνα.
     Ο Καισαρίωνας ήταν ιστορικό πρόσωπο, γιος της Κλεοπάτρας, ο οποίος θανατώθηκε σε πού μικρή ηλικία από τον Καίσαρα Οκτάβιο, επειδή οι σύμβουλοί του του υπέδειξαν πως δεν πρέπει να υπάρχουν πολλοί καίσαρες.
     Η ιστορία, λοιπόν, ασχολείται με τα πολεμικά και πολιτικά κατορθώματα των Πτολεμαίων, αλλά για τον Καισαρίωνα που θανατώθηκε σε νεαρή ηλικία άδικα κάνει μόνο μια «μνεία μικρή», όπως λέει χαρακτηριστικά ο Καβάφης.
     Με αφορμή αυτή τη μικρή μνεία ο ποιητής αποφασίζει να αφιερώσει στον Καισαρίωνα ένα ποίημα κι έτσι να περάσει το όνομά του στη σφαίρα της αιωνιότητας. Τονίζει κυρίως το ηθικό μεγαλείο του νέου, ο οποίος αντιμετωπίζει το θάνατο με αξιοπρέπεια κι έτσι καθίσταται ηθικό πρότυπο. Ως ηθικό πρότυπο, λοιπόν, τον προβάλλει ο Καβάφης μέσω της ποίησης, για να μάθουν γι’ αυτόν οι μεταγενέστεροι, εφόσον η ιστορία παρέλειψε να τον παρουσιάσει όπως έπρεπε ή, καλύτερα, όπως του άξιζε.